τζέτ

τζέτ
млаз

Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τζετ-σετ — το, Ν άκλ. (ξεν.) ο κόσμος τής αριστοκρατίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. jet set «κόσμος τής αριστοκρατίας που συχνά ταξιδεύει με αεροπλάνο»] …   Dictionary of Greek

  • πλάσμα — I Ιδιαίτερη κατάσταση της ύλης κατά τη οποία αποτελείται από ένα σύνολο σωματιδίων και των δύο τύπων, που έχουν ίσα ηλεκτρικά φορτία με αντίθετο πρόσημο και παρουσιάζουν (τουλάχιστον τα ομόσημα) μεγάλη κινητικότητα. Το σύνολο χαρακτηρίζεται από… …   Dictionary of Greek

  • Λεντ Ζέπελιν — (Led Zeppelin). Αγγλικό συγκρότημα ροκ μουσικής. Απαρτιζόταν από τον κιθαρίστα Τζίμι Πέιτζ (Jimmy Page, Λονδίνο 1944 –), τον τραγουδιστή Ρόμπερτ Πλαντ (Robert Plant, Μπρόμγουιτς 1948 –), τον μπασίστα Τζον Πολ Τζόουνς (John Paul Jones, Σίντκαπ… …   Dictionary of Greek

  • ουέντ — Αραβική ονομασία χείμαρρων, οι oποίοι είναι συνήθως ξεροί και περιέχουν νερά μόνο ύστερα από καταρρακτώδεις βροχές. Τέτοιοι χείμαρροι απαντούν σε ερημικές περιοχές και, στις περισσότερες περιπτώσεις, έχουν την αρχή τους ή μέσα στην έρημο ή σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”